Fantastic! 2

Fantastic! 181 νές. Θα τρέξω καταπάνω σου με τη λόγχη, κι ανάλογα με την πλευρά όπου θα στέκεται εκείνη, θα σημαδέψω από την άλλη. Eσύ θα σηκώσεις τη φτερούγα σου, θα αρπά- ξεις τη λόγχη και θα βρυχηθείς όσο πιο δυνατά μπορείς. Πέτα και μερικές φλόγες γύρω γύρω.» «Θέλω πρώτα να σε δω να καθαρίζεις τη μύτη της λόγ- χης πριν από την πρόβα.» «Ωραία... Θα αφήσω τη λόγχη ενώ θα την κρατάς δί- πλα σου και θα στριφογυρνάς. Mετά θα κατέβω από το άλογο και θα τρέξω καταπάνω σου με το σπαθί μου. Θα σε χτυπήσω με την επίπεδη πλευρά του -ξανά από την άλλη μεριά- μερικές φορές. Mετά θα μουγκρίσεις ξανά και θα πετάξεις.» «Πόσο κοφτερό είναι αυτό το πράγμα ακριβώς;» «Kαθόλου. Ήταν του παππού μου. Δεν έχει ακονιστεί από τότε που ήταν παιδί.» «Kαι θα πετάξεις τα λεφτά την ώρα της μάχης;» «Aκριβώς... Πώς σου φαίνεται;» «Όχι κι άσχημο. Mπορώ να ’χω κι ένα τσαμπί κόκκινα μούρα κάτω από τη φτερούγα μου. Θα τα λιώσω μόλις αρχίσει η δράση.» «Έξυπνο. Nαι, να το κάνεις κι αυ- τό. Aς κάνουμε μια γρήγορη πρόβα τώρα κι ας περάσουμε μετά στο κυ- ρίως σχέδιο.» «Kαι μη με χτυπήσεις πολύ δυ- νατά...» Eκείνο το απόγευμα η Pόζαλιντ του οίκου των Mορίς απήχθη από ένα χρυσοπράσινο δράκο, που γκρέμισε τον τοίχο του δωματίου της, την άρπαξε και κινήθηκε προς τα δυτικά βουνά. «Oυδείς κίνδυνος!» φώναξε ο έκτος στη σειρά υποψή- φιος μνηστήρας της -που απλώς έτυχε να περνάει από εκεί- στον ηλικιωμένο πατέρα της, που έσφιγγε από αγω- νία τα χέρια του σε ένα κοντινό μπαλκόνι. «Θα τη σώσω εγώ!» πρόσθεσε και κάλπασε προς τη δύση. Φτάνοντας στην κοιλάδα, όπου η Pόζαλιντ στεκόταν με την πλάτη στη σχισμή ενός βράχου, ενώ το χρυσο- πράσινο τέρας της φωτιάς τη φυλούσε, ο Γεώργιος πήρε θέση μάχης. «Άφησε ελεύθερη αυτή την παρθένα κι έλα να ανταμώ- σεις το θάνατό σου!» κραύγασε. O Nταρτ μούγκρισε, ο Γεώργιος όρμησε. H λόγχη έπε- σε από τα χέρια του κι ο δράκος κυλίστηκε στο χώμα, ξερνώντας πύρινες φλόγες στον αέρα. Ένα κόκκινο υγρό έσταζε κάτω από την αριστερή φτερούγα του τεράστιου πλάσματος. Mπροστά στα ορθάνοιχτα μάτια της Pόζα- λιντ, ο Γεώργιος προχώρησε και κάρφωσε το σπαθί του αρκετές φορές. «...κι αυτή!» φώναξε, ενώ το τέρας παραπάτησε και πέ- ταξε στον αέρα, αφήνοντας ακόμα κόκκινες στάλες. Έκανε έναν κύκλο κι έφυγε προς τη βουνοκορφή, πέ- ρασε από πάνω της κι εξαφανίστηκε. «Ω, Γεώργιε!» φώναξε η Pόζαλιντ και βρέθηκε στην αγκαλιά του. «Ω, Γεώργιε....» Eκείνος την έσφιξε πάνω του για ένα λεπτό. «Θα σε πάω σπίτι τώρα» είπε. Eκείνο το βράδυ, καθώς μετρούσε το χρυσάφι του, ο Nταρτ άκουσε τον καλπασμό δυο αλόγων που πλησίαζαν. Έτρεξε προς το στόμιο της σπηλιάς του και κοίταξε έξω. O Γεώργιος ήταν τώρα ανεβασμένος πάνω σε ένα πε- ρήφανο λευκό άτι, που κάλπαζε μπροστά από το γκρίζο άλογό του, και φορούσε μια λαμπερή πανοπλία. Παρ’ όλα αυτά, δε χαμογελούσε. «Kαλησπέρα» είπε. «Kαλησπέρα. Tι σε φέρνει πίσω τόσο γρήγορα;» «Tα πράγματα δεν ήρθαν όπως ακριβώς τα περίμενα.» «Mου φαίνεσαι πολύ καλύτερα ντυμένος. Θα έλεγα πως η τύχη σου άλλαξε.» «Kάλυψα τα έξοδά μου κι έβγαλα και λίγα παραπάνω. Aυτό είναι όλο, όμως. Φεύγω από την πόλη. Σκέφτηκα να περάσω να σου πω το τέλος της ιστορίας... Παρεμπι- πτόντως, φοβερή η ερμηνεία σου. Mάλλον θα τα είχαμε καταφέρει –» «Aλλά;» «Παντρεύτηκε έναν από τους ρωμαλέους βάρβαρους σήμερα το πρωί στο παρεκκλήσι της οικογένειάς της. Eτοιμάζονταν για το μήνα του μέλιτος όταν τους επισκέ- φθηκες.» «Λυπάμαι πολύ.» «Συμβαίνουν αυτά. Tα πράγματα όμως πήγαν ακόμα χειρότερα· ο πατέρας της πέθανε κατά τη διάρκεια της παράστασής μας. O πρώην ανταγωνιστής μου είναι τώρα ο καινούριος βαρόνος. Mε αντάμειψε με ένα και- νούριο άλογο και μια πανοπλία, ένα φιλοδώρημα κι έναν πάπυρο από το κοντινό αντιγραφείο που με υμνεί ως δρακοκτόνο. Mετά άφησε να εννοηθεί ότι το άλογο και η καινούρια φήμη μου θα μπορούσαν να με κάνουν μεγά- λο και τρανό. Δεν του άρεσε ο τρόπος που με κοίταζε η Pόζαλιντ, τώρα που είμαι ήρωας.» «Kρίμα. Tουλάχιστον προσπαθήσαμε.» «Nαι. Πέρασα λοιπόν να σ’ ευχαριστήσω και να σ’ ενη- μερώσω για την κατάληξη της ιστορίας. Θα ήταν καλή ιδέα – αν είχε φέρει αποτελέσματα.» «Δε θα μπορούσες να ’χες προβλέψει μια τόσο αιφνί- δια εξέλιξη... Ξέρεις, πέρασα όλη τη μέρα σκεπτόμενος το σχέδιό μας. Όντως τα καταφέραμε περίφημα.» «Aυτό είναι το μόνο σίγουρο. Kύλησε θαυμάσια.» «Σκεφτόμουν... πώς θα σου φαινόταν να έπαιρνες τα λεφτά σου πίσω;» «Tι είχες υπόψη;» «Nα... Όταν σε συμβούλευα νωρίτερα ότι δε θα ήσουν ευτυχισμένος με την κυρία, προσπαθούσα να σκεφτώ την κατάσταση με ανθρώπινους όρους. H επιθυμία σου μου ήταν απολύτως κατανοητή, κατά τα άλλα. Στην πραγματικότητα, σκέφτεσαι αρκετά σαν δράκος.» «Aλήθεια;» Ο Nταρτ μούγκρισε, ο Γεώργιος όρμησε. H λόγχη έπεσε από τα χέρια του κι ο δράκος κυλίστηκε στο χώμα, ξερνώντας πύρινες φλόγες στον αέρα.

RkJQdWJsaXNoZXIy Mjg5NDY=