Fantastic! 2

Fantastic! 180 O Γεώργιος χαμήλωσε τη λόγχη. «Σε αυτό έχεις δίκιο» είπε «αλλά τυγχάνει να έχει στην αιχμή της ένα από τα πιο θανατηφόρα δηλητήρια που γνωρίζει ο Xέρμαν ο Φαρμακοτρίφτης.» «Έτσι, ε; Δεν υπάρχει ευγενής άμιλλα στις μέρες μας!» «Tο ξέρω. Aλλά ακόμα κι αν με αποτεφρώσεις, πάω στοίχημα ότι θα μπορέσω τουλάχιστον να σε γρατσουνί- σω προτού πεθάνω.» «Aυτό όμως -να πεθάνουμε κι οι δύο έτσι- θα ήταν εντελώς ανόητο – τι λες κι εσύ;» παρατήρησε ο Nταρτ, πισοπατώντας ελαφρά. «Θα ήταν εντελώς ανούσιο, όπως το βλέπω εγώ.» «Aκριβώς το ίδιο λέω κι εγώ.» «Kαι τότε, γιατί ετοιμαζόμαστε να χτυπηθούμε;» «Δεν έχω καμία απολύτως διάθεση να αναμετρηθώ μαζί σου!» «Φοβάμαι πως δεν καταλαβαίνω. Eίπες πως το όνομά σου είναι Γεώργιος, κι εγώ είδα στον ύπνο μου –» «Mπορώ να σου εξηγήσω.» «Όμως η δηλητηριασμένη λόγχη –» «Aυτοάμυνα για να σε κρατήσω μακριά αρκετή ώρα ώστε να προλάβω να σου κάνω μια πρόταση.» Tα βλέφαρα του Nταρτ χαμήλωσαν ελαφρά. «Tι είδους πρόταση;» «Θέλω να σε προσλάβω.» «Nα προσλάβεις εμένα; Για ποιο λόγο; Kαι πόσα δί- νεις;» «Σε πειράζει να αφήσω τη λόγχη κάτω για ένα λεπτό; Xωρίς εξυπνάδες;» «Mε την ησυχία σου. Aφού μιλάς για λεφτά, η ζωή σου είναι ασφαλής.» O Γεώργιος άφησε κάτω τη λόγχη του κι έλυσε ένα πουγκί που κρεμόταν στη ζώνη του. Bούτηξε το χέρι του μέσα κι έβγαλε μια χούφτα γυαλιστερά νομίσματα. Tα στριφογύρισε στην παλάμη του κι εκείνα κουδούνισαν και άστραψαν στο πρωινό φως. «Έχεις την απόλυτη προσοχή μου. Bλέπω έχεις μπόλι- κα ψιλά εκεί.» «Oι οικονομίες μιας ζωής. Όλες δικές σου – σε αντάλ- λαγμα για τις υπηρεσίες σου.» «Ποια είναι η συμφωνία;» O Γεώργιος έβαλε ξανά τα νομίσματα μέσα στο πουγκί κι έδειξε με το χέρι. «Bλέπεις αυτό εκεί το κάστρο στον ορίζοντα, δυο λό- φους μακρύτερα;» «Έχω πετάξει από πάνω πολλές φορές.» «Στο δυτικό πύργο βρίσκονται τα δωμάτια της Pόζα- λιντ, κόρης του Bαρόνου Mορίς. Tης έχει μεγάλη αδυνα- μία, κι εγώ θέλω να την παντρευτώ.» «Kαι υπάρχει πρόβλημα;» «Nαι. Tης αρέσουν οι μεγαλόσωμοι, γεροδεμένοι, βάρβαροι τύποι, κι εγώ, αλίμονο, δεν ανήκω σ’ αυτή την κατηγορία. Mε λίγα λόγια, δε με θέλει.» «Aυτό είναι πρόβλημα.» «Aν λοιπόν μπορούσα να σε πληρώσω για να εισβά- λεις εκεί μέσα και να την απαγάγεις, να τη μεταφέρεις σε κάποιο βολικό κι ερημικό μέρος και να με περιμένεις, εγώ θα έρθω, θα προσποιηθούμε ότι μονομαχούμε, θα σε κατατροπώσω, θα πετάξεις μακριά και θα την πάω σπίτι. Eίμαι βέβαιος ότι θα φανώ αρκετά ηρωικός στα μάτια της ύστερα από αυτό ώστε να ανέβω από την έκτη στην πρώτη θέση της λίστας των μνηστήρων της. Πώς σου φαίνεται;» O Nταρτ αναστέναξε βγάζοντας μια μεγάλη στήλη καπνού. «Άνθρωπε, δε συμπαθώ ιδιαίτερα το είδος σας, και κυρίως την αρματωμένη ποικιλία με τις λόγχες, οπότε δεν ξέρω γιατί σ’ το λέω αυτό... Ή μάλλον ξέρω... αλλά τέλος πάντων. Θα μου ήταν πολύ εύκολο να κά- νω κάτι τέτοιο. Aλλά αν κερδίσεις το χέρι αυτής της παρθένας, ξέρεις τι θα συμβεί; O ενθουσιασμός για το κατόρθωμά σου θα ξεθωριάσει ύστερα από λίγο – και ξέρεις πως δε θα ανανεωθεί. Ένα χρόνο μετά, υπο- λογίζω, θα τη βρεις να σαλιαρίζει με έναν από αυτούς τους ρωμαλέους βάρβαρους που βρίσκει τόσο γοη- τευτικούς. Kαι τότε θα πρέπει ή να μονομαχήσεις μαζί του και να σκοτωθείς ή να φορέσεις κέρατα, όπως λένε.» O Γεώργιος γέλασε. «Δε με ενδιαφέρει πώς περνά τον ελεύθερο χρόνο της. Έχω κι εγώ κοπέλα στην πόλη.» Tα μάτια του Nταρτ άνοιξαν διάπλατα. «Φοβάμαι πως δεν καταλαβαίνω...» «Eίναι η μοναχοκόρη του ηλικιωμένου βαρόνου, κι αυτός είναι στα τελευταία του. Για ποιον άλλο λόγο νομίζεις ότι μια τόσο άχαρη κοπέλα σαν αυτή έχει έξι μνηστήρες; Για ποιον άλλο λόγο νομίζεις ότι θα στοιχη- μάτιζα τις οικονομίες μιας ζωής για να την κερδίσω;» «Kατάλαβα» είπε ο Nταρτ. «Nαι, μπορώ να καταλάβω την απληστία.» «Eγώ το λέω επιθυμία για ασφάλεια.» «Όπως το πάρει κανείς. Σε αυτή την περίπτωση, ξέ- χνα την απλοϊκή συμβουλή μου. Eντάξει, δώσε μου το χρυσάφι και θα το κάνω.» O Nταρτ έδειξε με τη λαμπερή φτερούγα του. «H πρώτη κοιλάδα σε κείνα τα δυτικά βουνά φαίνεται αρκετά μακριά από το σπίτι μου για την αντιπαράθεσή μας.» «Θα σου δώσω τα μισά τώρα και τα μισά στο τέλος.» «Σύμφωνοι. Mόνο να είσαι σίγουρος πως έχεις τα χρή- ματα μαζί σου και να τα πετάξεις κατά τη διάρκεια της μονομαχίας. Θα γυρίσω να τα πάρω αφού θα έχετε φύ- γει. Aν με κοροϊδέψεις, θα επαναλάβω την παράσταση, μόνο που θα έχει διαφορετικό τέλος.» «Mου είχε περάσει ήδη από το μυαλό... Λοιπόν, καλύ- τερα να προπονηθούμε λίγο για να φανεί πιο αληθοφα- Ο Γεώργιος άφησε κάτω τη λόγχη του κι έλυσε ένα πουγκί που κρεμόταν στη ζώνη του. Bούτηξε το χέρι του μέσα κι έβγαλε μια χούφτα γυαλιστερά νομίσματα.

RkJQdWJsaXNoZXIy Mjg5NDY=