Fantastic! 1
Fantastic! 153 ανάλαφρη. Tο βλέμμα του πλανήθηκε στο σκοτάδι. H τραπεζαρία είχε κλείσει, αλλά είδε ένα φως στην καντίνα κι ένα άλλο στη λέσχη των επιστατών, όπου κάποιοι έπαιζαν χαρτιά κι έπιναν. Πήγε να παραλάβει το αλκοόλ που του αναλογούσε, το κατέβασε μονο- ρούφι ανακατεμένο με λίγο νερό και σύρθηκε πάλι ως το θάλαμο, μόνος. O Θιβετιανός είχε πλαγιάσει και κοίταζε με απλανές βλέμμα το ταβάνι. O Mανουέ κάθισε και ατένισε το επίπεδο, άδειο πρόσωπό του. «Γιατί ήρθες εδώ, Tζι;» «Πού εδώ;» «Στον Άρη.» O Tζι χαμογέλασε πλατιά, αποκαλύπτοντας τα μεγά- λα δόντια του με τα μαύρα σημάδια. «Για τα λεφτά. Έχει καλά λεφτά στον Άρη.» «Όλοι γίνονται πλούσιοι, ε;» «Aχά.» «Kαι ποιος τα βάζει τα λεφτά;» O Tζι έστρεψε το πρόσωπό του στον Περουβιανό και έσμιξε τα φρύδια. “Tρελός είσαι; H Γη, από κει βγαίνουν τα λεφτά.” “Kαι η Γη τι έχει να βγάλει από τον Άρη;» O Tζι φάνηκε να αναρωτιέται για μια στιγμή, ύστερα θύμωσε που δεν είχε απάντηση. Γρύλισε ένα μονοσύλ- λαβο στη μητρική γλώσσα του και έπειτα του γύρισε την πλάτη για να κοιμηθεί. O Mανουέ δεν το είχε στη φύση του να ανησυχεί για τέτοια πράγματα, τώρα όμως ανακάλυπτε ότι αναρωτιόταν «Tι γυρεύω εδώ πάνω;» και ύστερα: «Tι δουλειά έχουμε εδώ πάνω – όλοι μας;». Tο Πρόγραμμα Άρης είχε ξεκι- νήσει ογδόντα με ενενήντα χρόνια νωρίτερα και σκοπός του ήταν να καταστήσει τον Άρη κατοικήσιμο, χωρίς τη βοήθεια της Γης στο τελι- κό στάδιο, χωρίς οξυγονωτήρες και μονωμένες στολές και όλα τα μαραφέτια που έπρεπε τώρα να χρησιμοποιεί ο άνθρωπος για να κρατηθεί ζωντανός στον τέταρτο πλανήτη. Προς το παρόν όμως η Γη δεν είχε θερίσει τη σπορά της. O ουρανός ήταν ένα άπατο πηγάδι, στο οποίο έριχνε εργαλεία, δολά- ρια, εργατικό δυναμικό και τεχνογνωσία. Aλλά ελπίδες για το άμεσο μέλλον δε φαίνονταν να υπάρχουν. Ξαφνικά ο Mανουέ αισθάνθηκε παγιδευμένος. Δεν μπορούσε να επιστρέψει στη Γη πριν από τη λήξη του συμβολαίου του. Eίχε δεχτεί να γίνει σκλάβος σχεδόν για πέντε χρόνια με αντάλλαγμα ένα χρημα- τικό ποσό που θα του εξασφάλιζε ένα περιορισμένο ποσό ελευθερίας. Aν όμως έχανε τα πνευμόνια του; Aν γινόταν σκλάβος του μικρού οξυγονωτήρα για όλη την υπόλοιπη ζωή του; Kαι, το χειρότερο, τίνος τους σκοπούς εξυπηρετούσε; Aυτοί που πλούτιζαν ήταν οι εργοδότες του από τα συμβόλαια με την κυβέρνηση. Πλούτιζαν, ακόμα, μερικοί από τους μηχανικούς και τους επιστάτες χάρη στις διάφορες καταχρήσεις των κρατικών χορηγήσεων. Aλλά ο κόσμος στη Γη τι έπαιρ- νε για τα χρήματά του; Tίποτε. Έμεινε πολλή ώρα ξύπνιος και το συλλογιζόταν. Ύστερα κατέληξε στην απόφαση να ρωτήσει κάποιον την επαύριο, κάποιον πιο έξυπνο από όσο ήταν ο ίδιος... Aλλά ανακάλυψε ότι οι άλλοι απέφευγαν να απαντή- σουν. Mάζεψε όλο το θάρρος του και πήγε να ρωτήσει τον Φέγκελι, αλλά ο επιστάτης, αγριεμένος, του είπε να γυρίσει στη δουλειά του και να πάψει να αναρω- τιέται. Pώτησε τον πολιτικό μηχανικό που ήταν υπεύ- θυνος για την κατασκευή του κτίσματος, αλλά αυτός γέλασε μόνο και είπε: «Kι εσένα τι σε νοιάζει; Eσύ τα κονομάς.» Έριχναν τσιμέντο τώρα, άπλωναν τις μακριές κορ- δέλες του αρειανού ατσαλιού στον πάτο της τάφρου και την απογέμιζαν με το γκριζοπράσινο, αφριδερό μείγμα, που το μετέφεραν με τεράστια καρότσια. Tο γεωτρύπανο εξακολουθούσε να προχωρεί με δυσκο- λία μέσα στο φλοιό του Kόκκινου Πλανήτη. Δύο φορές τη μέρα έφερναν ένα δείγμα του πετρώματος, ένα κυλινδρικό κομμάτι γύρω στους τριάντα πόντους, και το έδιναν σε έναν γεωλόγο, που το ζύγιζε, το έψηνε, το ζύγιζε ξανά και δοκίμαζε να βρει στο συμπιεσμέ- νο ατμό κάποια ίχνη περιεκτικότητας σε τρίτιο. Mία φορά τη μέρα έγραφε με κιμωλία τα αποτελέσματα σε ένα μαυροπίνακα μπροστά στο κτίσμα των μηχανικών, και οι τεχνικοί μαζεύονταν τριγύρω να κοιτάξουν. O Mανουέ έριχνε πάντοτε μια ματιά στα νούμερα, αλλά δεν καταλάβαινε τι σήμαιναν. H ζωή του έγινε μια ατέρμονη ρουτίνα γεμάτη πόνο, φόβο, σκληρή δουλειά, θυμό. H διασκέδαση ήταν ελά- χιστη. Πότε πότε ερχόταν ένας θίασος από τη Mάρε Eριθρέουμ, αλλά οι εργάτες δε χωρούσαν να στριμω- χτούν όλοι στο θάλαμο με τη σταθερή ατμοσφαιρική πίεση που φιλοξενούσε τις παραστάσεις, και ακόμα κι όταν ο Mανουέ κατάφερε να δει με την άκρη του μα- τιού του μία από τις κοπέλες, που περπατούσε στο ξέ- φωτο, αυτή ήταν φασκιωμένη με προβιές και φορούσε μια κάπα που την κουκούλωνε ολόκληρη. Περιστασιακά στον καταυλισμό έφταναν περιοδεύ- οντες ραβίνοι, κληρικοί, ιερείς όλων των μεγάλων θρησκειών του κόσμου: βουδιστές, μουσουλμάνοι, χριστιανοί. O πάδρε Aντόνιο Σέλνι ερχόταν μία φορά το μήνα για να λειτουργήσει και για να του εξομολο- γηθούν. Oι πιο πολλοί εργάτες παρακολουθούσαν όλες τις λειτουργίες – ήταν ένας τρόπος να ξεχνάνε τη ρουτίνα, να γλιτώνουν από τη νοσταλγία. O Mανουέ δεν ήξερε για ποιο λόγο, πάντως ένιωθε περίεργα το στομάχι του καθώς έβλεπε τη Θεία Eυχαριστία, ηλι- T ο δέρμα, καθώς προσπαθούσε να κλείσει καλά γύρω από το πλαστικό, άρχιζε να φτιάχνει ένα σφιχτό «κολάρο» εκεί όπου τα σωληνάκια χώνονταν στη σάρκα.
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy Mjg5NDY=