Fantastic! 1

Fantastic! 150 Bρισκόταν μόλις ένα μήνα στον Άρη, και ήταν οδυ- νηρό. Kάθε φορά που κατέβαζε το βαρύ κασμά του στο καστανοκόκκινο, χορταριασμένο χώμα, το πρό- σωπό του συστρεφόταν από τον πόνο. Oι πλαστικές βαλβίδες αερισμού που του είχε ράψει στο στήθος ο χειρουργός τραβιούνταν και ζάρωναν – με κάθε τρά- νταγμα του κορμιού του του φαινόταν ότι σκίζονταν. Ήταν μέρη ενός μηχανικού οξυγονωτήρα, που έπαιζε το ρόλο των πνευμόνων: αντλούσαν το αίμα μέσω ενός μοσχευμένου δικτύου φλεβών και πλαστικών σωληνώσεων και, αφού το έψυχαν με αέρα από μια χημική γεννήτρια, το έστελναν ξανά στο κυκλοφορικό του σύστημα. Δε χρειαζόταν να αναπνέει παρά μόνο όταν ήθελε να μιλήσει. Aλλά ο Mανουέ ρουφούσε με αγωνία τον αρειανό αέρα των τεσσάρων ατμοσφαι- ρών. Eίχε δει τους αχρηστεμένους, ατροφικούς θώρα- κες εκείνων που θήτευαν ήδη τέσσερα ή πέντε χρόνια και ήξερε πως, όταν επέστρεφαν στη Γη -όσοι τυχόν-, θα είχαν κι εκεί ανάγκη το βοηθητικό οξυγονωτικό μηχανισμό. «Aν δε σταματήσεις να αναπνέεις» είχε πει ο χει- ρουργός «θα τα πας μια χαρά. Tο βράδυ που θα πέ- φτεις για ύπνο να τον χαμηλώνεις τον οξυγονωτήρα σου αρκετά, σε σημείο να νιώθεις ότι λαχανιάζεις. Yπάρχει ένα σημείο ισορροπίας που είναι τέλειο για τον ύπνο. Aν τον ρυθμίζεις πιο κάτω, θα σε πιάνει κλειστοφοβία. Aν τον αφήνεις ψηλότερα, τα αντανα- κλαστικά σου θα χαλαρώσουν και θα πάψεις να ανα- σαίνεις – σε λίγο καιρό τα πνευμόνια σου θα ξεχάσουν τη δουλειά τους. Tο νου σου λοιπόν.» O Mανουέ είχε τα μάτια του δεκατέσσερα, κι ας τον περιγελούσαν οι παλιοί, με το στερεμένο, ασθματικό καγχασμό τους. Κάποιοι από αυτούς πιέζονταν όταν ήταν να πουν περισσότερες από δύο ή τρεις λέξεις με κάθε κοφτή ανάσα τους. «Pούφα βαθιά, μικρέ» του έλεγαν. «Pούφα, τώρα που μπορείς και το χαίρεσαι. Σε λίγο θα ξεχάσεις. Άλ- λο αν ήσουν μηχανικός...» Oι μηχανικοί την είχαν μια χαρά, έμαθε. Kοιμούνταν σε ένα θάλαμο με σταθερή ατμοσφαιρική πίεση, όπου ο αέρας ήταν στις δέκα ατμόσφαιρες και είχε είκοσι πέντε τοις εκατό οξυγόνο – έκλειναν τελείως τους οξυγονωτήρες τους κι έριχναν τον ύπνο του δικαίου. Aλλά και οι συσκευές τους ακόμη ήταν αυτορρυθμιζό- μενες, η απόδοσή τους εξαρτιόταν πάντα από την πε- ριεκτικότητα του εισερχόμενου αίματος σε διοξείδιο του άνθρακα. Aυτές τις πολυτέλειες η Eπιτροπή δεν ήταν σε θέ- ση να τις προσφέρει στα συνεργεία των εργατών. Tο ωφέλιμο φορτίο των μεταγωγικών πυραύλων από τη Γη ελάχιστες φορές ξεπερνούσε το δύο τοις εκατό της συνολικής μάζας του σκάφους, επομένως ήταν αδύ- νατο να μεταφερθεί κάτι περιττό. Tα σκάφη έφερναν είδη πρώτης ανάγκης μόνο, πρωτογενή βιομηχανικό εξοπλισμό, μεγάλους αντιδραστήρες, γεννήτριες, μη- χανές, βαριά εργαλεία. Tα μικρά εργαλεία, τα οικοδο- μικά υλικά, τα τρόφιμα, τα μη πυρηνικά καύσιμα, όλα αυτά έπρεπε να παράγονται στον Άρη. Στην κοίτη της Mεγάλης Σύρτεως υπήρχε ένα νταμάρι με σχεδόν ατό- φιο σίδηρο, και οι εκσκαφείς άδειαζαν σιγά σιγά τη «λίμνη» του υλικού και το μετέφεραν σε μια μονάδα τήξης. Eκεί το υπέβαλλαν σε ποικίλα στάδια κατεργα- σίας και το μετέτρεπαν σε διάφορα είδη χάλυβα – για τις οικοδομές, τα εργαλεία, τις μηχανές. Σε ένα λατο- μείο στα όρη Φλάτχεντ ξέθαβαν μεγάλες ποσότητες από μια φλέβα σιμεντίτη, τις έκαιγαν και τις συνέθλι- βαν για να βγάλουν τσιμέντο. Yπήρχαν φήμες ότι ο Άρης ετοι- μαζόταν τώρα να παραγάγει ακό- μα και εργατικό δυναμικό. Ένας παλιός τού είπε ότι η Eπιτροπή είχε φέρει πεντακόσια παντρεμένα ζευγάρια σε μια καινούργια υπό- γεια πόλη στη Mάρε Eριθρέουμ, τα οποία υποτίθεται ότι θα στελέχω- ναν ένα τοπικό γραφείο της, αλλά, σύμφωνα με τον παλιό, θα έπαιρ- ναν τρεις χιλιάδες δολάρια δώρο για κάθε παιδί που θα αποκτούσαν στον Kόκκινο Πλανήτη. O Mανουέ ωστόσο ήξερε ότι οι παλιοί «ατροφικοί» ήταν σαΐνια στο να επινοούν τέτοιες ιστορίες, τον άκουσε λοιπόν με αρκετό σκε- πτικισμό. Για το δικό του μερίδιο στο Έργο δεν ήξερε πολ- λά – ούτε χρειαζόταν. O καταυλισμός βρισκόταν στο βόρειο άκρο της Mάρε Σιμέριουμ, σε ένα θλιβερό, καφεπράσινο τοπίο, που τα βράχια και οι γιγάντιες λειχήνες του εκτείνονταν ως τα βάθη του ορίζοντα, ο οποίος διαγραφόταν ολοκάθαρα προς κάθε κατεύθυν- ση εκτός από ένα μακρινό σημείο, όπου υπήρχε μια οροσειρά. Aπό πάνω κρεμόταν απειλητικά ένας μπλε ουρανός τόσο σκοτεινός, ώστε καμιά φορά ο πλανή- της Γη φαινόταν αμυδρά ακόμα και στη διάρκεια της μισόφωτης μέρας. O καταυλισμός απαρτιζόταν από δώδεκα πέτρινα παραπήγματα με διπλούς τοίχους δίχως παράθυρα και με στέγη από παχιά στρώματα σχιστόλιθου, που καλύπτονταν από ένα ρετσίνι σαν πίσσα – το παρήγαγαν βράζοντας κάτι αγκαθωτά φυτά που θύμιζαν κάκτους. Ήταν άσχημος οικισμός, μοναχικός, και στο χώρο του δέσποζε ο οστεώδης σκελετός του γεωτρύπανου, που ήταν στημένο ακρι- βώς στη μέση. O Mανουέ ανήκε σε ένα συνεργείο σκαφτιάδων που δουλειά τους ήταν να ανοίξουν μια τάφρο θεμελίων με πλάτος ενενήντα εκατοστών και βάθος εκατόν ογδόντα σε μια περιοχή εμβαδού ενενήντα τετραγω- νικών μέτρων και με το γεωτρύπανο στο κέντρο. Tο H θελε να ταξιδέψει, να δει τις μακρινές γωνιές του πλανήτη: τους παράξενους πολιτισμούς, τους απλούς λαούς, τις μικρές κωμοπόλεις, τις ερήμους, τα βουνά, τις ζούγκλες...

RkJQdWJsaXNoZXIy Mjg5NDY=